Σουπό, Φιλίπ

Σουπό, Φιλίπ
(Soupault). Γάλλος συγγραφέας και δοκιμιογράφος (Σαβίλ, Παρίσι 1897). Αφού δημοσίευσε την πρώτη ποιητική συλλογή του Ενυδρείο (1917), ο Σ. ίδρυσε μαζί με τον Λουί Αραγκόν και τον Αντρέ Μπρετόν την επιθεώρηση Littétature (Λογοτεχνία) και πήρε μέρος, μαζί με άλλους συγγραφείς συγκεντρωμένους γύρω από τον Τριστάν Τζαρά, στο ντανταϊστικό κίνημα. Στην περίοδο αυτή ανήκουν Τα μαγνητικά πεδία (1920), γραμμένα μαζί με τον Μπρετόν, που μπορεί να θεωρηθούν ως η πρώτη απόπειρα «αυτόματης γραφής» με τη σαφή προσπάθεια να στρέψουν τον ντανταϊσμό, πάντοτε μέσα στο χώρο της λογοτεχνικής πρωτοπορίας, σε μορφές πλησιέστερες προς τον υπερρεαλισμό. Το 1927 ο Σ. επιδόθηκε στη δημοσιογραφία και στο μυθιστόρημα, είδος που έως τότε δεν ήθελε να θίξει. Το 1937 ο Σ. συγκέντρωσε τα ποιήματά του στον τόμο Άπαντα. Το 1947 ακολούθησαν οι Ωδές και το 1949 τα Τραγούδια. Τα μυθιστορήματα του, διατηρούν τους έντονους και παρανοϊκούς εκφραστικούς τρόπους. Αναφέρουμε τα Ο νέγρος (1927), Οι τελευταίες νύχτες του Παρισιού (1928) και το αυτοβιογραφικό Ο καιρός των δολοφόνων. Ιστορία του κρατούμενου αριθ. 1934 (1949) και από τις μελέτες του τα Απολινέρ (1928), Μποντλέρ (1930), Ντε Μισέ (1957). Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες προσωπικότητες της εποχής μεταξύ των δύο παγκόσμιων πόλεμων, ο Σ. υπήρξε το πρότυπο πολλών Ευρωπαίων ποιητών και συγγραφέων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • υπερρεαλισμός ή σουρεαλισμός — Λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό πρωτοποριακό κίνημα του προηγούμενου αιώνα. Διακρίνεται από τα άλλα πρωτοποριακά κινήματα για την τάση να παρουσιάζεται ως ολοκληρωμένο σύστημα ιδεών και αρχών, η ουσία του οποίου δεν περιορίζεται μόνο στη λογοτεχνική …   Dictionary of Greek

  • Αραγκόν, Λουί — (Louis Aragon, Παρίσι 1897 – Παρίσι 1982). Γάλλος ποιητής και μυθιστοριογράφος. Ολόκληρο το έργο του κυριαρχείται από τρεις δυνάμεις: την πολιτική στράτευση, την πατρίδα και τον έρωτα για τη γυναίκα του, την Έλσα Τριολέ, στην οποία, όπως λέει,… …   Dictionary of Greek

  • Ελιάρ, Πολ — (Paul Éluard, Σεν Ντενί 1895 – Σαραντόν, Παρίσι 1952). Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Γάλλου ποιητή Πολ Εζέν Γκρεντέλ (Paul Eugène Grindel). Μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, ο οποίος αποτέλεσε σημαντική εμπειρία που επηρέασε τη διαμόρφωση της… …   Dictionary of Greek

  • ντανταϊσμός ή νταντά — Πρωτοποριακό λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό κίνημα που εμφανίστηκε ως ανταρσία εναντίον των πολιτιστικών και κοινωνικών συμβατικοτήτων και –λιγότερο ή περισσότερο κατηγορηματικά– εναντίον του πολέμου. Ο γαλλικός όρος dada παρμένος από την παιδική… …   Dictionary of Greek

  • πρωτοπορία — Ο όρος αναφέρεται γενικά σε λογοτεχνικά και καλλιτεχνικά κινήματα που καινοτομούν τόσο στο περιεχόμενο, όσο και στη μορφή. Στον 19o αι. η π. (avant garde) είχε έννοια πολιτική και σήμαινε τα ρεύματα και τις ομάδες της Aριστεράς. Μόνο στις αρχές… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”